στο κεφάλαιο Γ΄ (στελέχη
εκπαίδευσης) του Σχεδίου Νόμου
«Επείγοντα μέτρα για την Πρωτοβάθμια, Δευτεροβάθμια και Τριτοβάθμια Εκπαίδευση»
Οι απόψεις των Διευθυντών
Εκπαίδευσης
Μετά
από 100 ημέρες αλληλοσυγκρουόμενων δηλώσεων, διαρροών και επιλεκτικών
(κομματικών) επαφών έχουμε επιτέλους τις
«κατεπείγουσες» τροπολογίες, οι οποίες -μετά από τις έντονες αντιδράσεις πολλών
βουλευτών στην επιτροπή μορφωτικών υποθέσεων- μετατρέπονται σε κατεπείγον
σχέδιο Νόμου.
Ανάμεσα
στις κατεπείγουσες ρυθμίσεις συμπεριλαμβάνεται και αυτή της επιλογής των
στελεχών εκπαίδευσης με το διαχωρισμό
τους σε δυο κατηγορίες στελεχών, αυτών για τους οποίους είναι κατεπείγουσα η
ανάγκη επιλογής και αυτών που η θητεία παρατείνεται ως τις 31-12-2015 (ίσως και
αργότερα).
Ας
επιχειρήσουμε μια σύντομη προσέγγιση, μήπως και επέλθει μερική απαγκίστρωση των
επιχειρούμενων αλλαγών από τις επικίνδυνες
ιδεοληπτικές εμμονές των διαφόρων συμβουλατόρων του ΥΠΟΠΑΙΘ (ψευδαισθήσεις;
Ίσως…).
Η
θητεία όλων των στελεχών της εκπαίδευσης, με το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο,
λήγει στις 31-07-2015. Η επιλογή των νέων, για λόγους ισότητας και δικαιοσύνης,
επιβάλλεται να είναι ενιαία. Αυτό
βέβαια, στο κατατεθέν νομοσχέδιο, δε συμβαίνει.
Που
έγκειται όμως το στοιχείο του κατεπείγοντος στην επιλογή στελεχών, όταν η
θητεία κάποιων παρατείνεται μέχρι
31-12-2015 ενώ των υπολοίπων όχι; Ποιοι άραγε οι λόγοι του διαχωρισμού των
στελεχών σε κατηγορίες; Γιατί να μην παρατείνεται η θητεία όλων μέχρι
31-12-2015, ώστε να δοθεί ο χρόνος για ουσιαστική διαβούλευση των σκέψεων της
πολιτικής ηγεσίας και στη συνέχεια να προχωρήσει σε ενιαία προκήρυξη; Μήπως μετά την πλήρη επικράτηση του πιο ακραίου κομματισμού στις επιλογές των Περιφερειακών
Διευθυντών, επιχειρείται ο κομματικός έλεγχος -σε όλα τα επίπεδα της διοίκησης της
εκπαίδευσης- με μεθόδους τύπου «Σοβιέτ»; ΄Η
μήπως θέτοντας τους εκπαιδευτικούς σε εκλογικές διαδικασίες –που δεν τις αιτήθηκαν ποτέ- ευελπιστούν πως θα τους αποπροσανατολίσουν από τον χονδροειδέστατο εμπαιγμό με την αθέτηση όλων των
προεκλογικών τους υποσχέσεων.
Προσεγγίζοντας
τις επί μέρους ρυθμίσεις διαπιστώνουμε ότι: α) περιορίζεται δραστικά η
μοριοδότηση της επιστημονικής και
παιδαγωγικής κατάρτισης καθώς και η διδακτική και διοικητική εμπειρία και β) με το πρόσχημα της «αμαρτωλής» συνέντευξης,
επιλέγεται μια καθαρά πολιτική
διαδικασία για την υπηρεσιακή
εξέλιξη μιας μερίδας δημοσίων υπαλλήλων. Επιλέγεται δηλαδή η
μυστική ψηφοφορία του συλλόγου διδασκόντων για τους Διευθυντές σχολικών
μονάδων και των εκλεγέντων Διευθυντών για τους Διευθυντές Εκπαίδευσης. Μια
διαδικασία που δε θα τη συναντήσουμε σε
κανένα σύγχρονο εκπαιδευτικό σύστημα. Μια διαδικασία που δεν υπήρχε ούτε στην
πρώην Σοβιετική Ένωση. Μια διαδικασία
που εισάγει τον κομματισμό στα σχολεία, ενθαρρύνει τις πελατειακές σχέσεις,
πυροδοτεί τις συγκρούσεις και επιτρέπει τις κάθε είδους συναλλαγές με
αυτονόητες τις συνέπειες στη λειτουργία της Εκπαίδευσης.. Και φυσικά
προκύπτει ένα εύλογο ερώτημα: Γιατί δεν προβλέπεται η εφαρμογή της και
στην επικείμενη επιλογή των σχολικών συμβούλων; Για ποιο λόγο η επιλογή των συμβούλων θα γίνει με συνέντευξη από
κεντρικό συμβούλιο επιλογής το οποίο θα συγκροτήσει (με άτομα της αρεσκείας
του) ο Υπουργός Παιδείας; Μήπως για να επικρατήσει και στην περίπτωση αυτή ο
κομματισμός με έναν άλλον τρόπο; Όλα αυτά αποκαλύπτουν την πραγματική πρόθεση
της πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου που δεν είναι άλλη από το να επιβάλει με
κάθε μέσον τους αρεστούς και όχι τους αρίστους. Εν κατακλείδι, η
μυστική ψηφοφορία αποτελεί έκφραση λαϊκισμού και επίφαση δημοκρατικότητας, αφού
αντί να ενισχύει τη συλλογικότητα στη λειτουργία της σχολικής μονάδας εισάγει το
διαχωρισμό των εκπαιδευτικών σε υποστηρικτές και αντιπάλους.
Η
Πανελλήνια Ένωση Διευθυντών Εκπαίδευσης - την
οποία αρνήθηκε προκλητικά να συναντήσει ο κ. Κουράκης - με υψηλό αίσθημα ευθύνης προτείνει:
Α) Την αντικατάσταση
της ολιγόλεπτης συνέντευξης με γραπτό
διαγωνισμό από το ΑΣΕΠ για όλα τα στελέχη της εκπαίδευσης. Αποτελεί τον
πλέον αδιάβλητο τρόπο επιλογής στη
συνείδηση όλων των πολιτών, ανεξαρτήτως κομματικών πεποιθήσεων.
Β) Όσο
δε αφορά στα αντικειμενικά (μετρήσιμα) κριτήρια τα οποία σχετίζονται με τις
προϋποθέσεις επιλογής, την επιστημονική κατάρτιση και τη διοικητική
εμπειρία - αντί των προβλεπομένων στην πρόταση
του Υπουργείου - προτείνονται:
1) Ως Διευθυντές Εκπαίδευσης
να επιλέγονται εκπαιδευτικοί της οικείας βαθμίδας, με 15 έτη εκπαιδευτικής υπηρεσίας στην Πρωτοβάθμια ή Δευτεροβάθμια
Εκπαίδευση, οι οποίοι έχουν ασκήσει διδακτικά
καθήκοντα για 13 τουλάχιστον έτη, από τα οποία τουλάχιστον 10 σε σχολεία της οικείας βαθμίδας.
2) Ως Διευθυντές σχολικών μονάδων και Ε.Κ. να
επιλέγονται εκπαιδευτικοί της οικείας βαθμίδας με 12 τουλάχιστον έτη εκπαιδευτικής υπηρεσίας, οι οποίοι
έχουν ασκήσει διδακτικά καθήκοντα για 10
τουλάχιστον έτη στην Πρωτοβάθμια ή
Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση.
3) Να αυξηθούν από δυο σε τέσσερις οι επιλογές των υποψηφίων
κυρίως για τις θέσεις των Διευθυντών σχολικών μονάδων. Ο προβλεπόμενος στο
σχέδιο νόμου περιορισμός των δύο επιλογών, πέραν του ότι αντίκειται σε κάθε
λογική, έχει ήδη δημιουργήσει μεγάλη αναστάτωση στους εκπαιδευτικούς.
4) Να απαλειφθεί ο απαράδεκτος
και αντισυνταγματικός αποκλεισμός των
υποψηφίων που δε συγκεντρώνουν το 20% των ψήφων, κατά τη διαδικασία ψηφοφορίας
στο σύλλογο διδασκόντων.
5) Αύξηση της αποτίμησης του κριτηρίου της
επιστημονικής – παιδαγωγικής συγκρότησης και κατάρτισης σε 12 μονάδες κατ’ ανώτατο
όριο με διαβαθμισμένη μοριοδότηση όλων των τίτλων σπουδών που κατέχει ο
υποψήφιος.
6) Αύξηση του κριτηρίου της
υπηρεσιακής κατάστασης, καθοδηγητικής και διοικητικής εμπειρίας στις 16
μονάδες κατ’ ανώτατο όριο με διαβαθμισμένη μοριοδότηση ανάλογη των θέσεων
ευθύνης (πώς είναι δυνατόν ο Προϊστάμενος του ΚΠΕ και ο Δ/ντής
Εκπαίδευσης να λαμβάνουν τις ίδιες μονάδες διοικητικής εμπειρίας;)
7) Αντικατάσταση της
αποτίμησης της υπηρεσιακής κατάστασης με βάση την εκπαιδευτική και όχι τη διδακτική
υπηρεσία. Η προτεινόμενη στο σχέδιο Νόμου ρύθμιση -που μοριοδοτεί την υπηρεσιακή
κατάσταση με βάση τη διδακτική υπηρεσία-
αποκαλύπτει την επιχειρούμενη
τιμωρία, όλων των υπηρετούντων
Διευθυντών Εκπαίδευσης αφού μοριοδοτεί για θέση στελέχους της διοίκησης όχι
την εκπαιδευτική αλλά τη διδακτική υπηρεσία. Μια τέτοια ρύθμιση θα είχε νόημα
για τους Διευθυντές των σχολικών μονάδων (διότι ασκούν και διδακτικά καθήκοντα)
και προφανώς για τους σχολικούς συμβούλους. Επομένως, η προτεινόμενη
μοριοδότηση για τους Διευθυντές Εκπαίδευσης επιχειρεί απλά την καρατόμησή τους
καθώς δεν προσμετράται υπηρεσιακά ο χρόνος άσκησης των καθηκόντων τους! Αποκαλυπτικό της πραγματικής πρόθεσης του
Υπουργείου είναι το γεγονός ότι σε αντίθεση με τη θητεία των Διευθυντών
Εκπαίδευσης, προσμετρούνται ως διδακτική υπηρεσία οι άδειες κύησης, λοχείας και
ανατροφής τέκνου, η θητεία σχολικού συμβούλου, καθώς και η θητεία σε Κέντρα
Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης. Άκομψος,
απαράδεκτος και διχαστικός διαχωρισμός των εκπαιδευτικών, αλλά προφανής η
στόχευση!
8) Τέλος, εάν επιβληθεί η
ψηφοφορία, να συμμετέχουν σ’ αυτήν -για τους Διευθυντές εκπαίδευσης- και οι
Προϊστάμενοι εκπαιδευτικών θεμάτων, οι υπεύθυνοι ΣΣΝ, ΠΛΗΝΕΤ Σχολικών
δραστηριοτήτων καθώς και οι διοικητικοί υπάλληλοι των Διευθύνσεων Εκπαίδευσης
Όλα
τα παραπάνω αποτελούν ελάχιστη συμβολή στη δημοκρατία που επιβάλλει το διάλογο με
όλους και όχι μόνο με τους «δικούς» μας. Τη δημοκρατία που δεν αποκλείει και δε φοβάται.
Σε
κάθε περίπτωση δε μας φοβίζει καμιά διαδικασία, που έχει ως σταθερές της αρχές τη δικαιοσύνη και την αξιοκρατία. Για
τη διασφάλισή των οποίων θα χρησιμοποιήσουμε όλα τα νόμιμα
μέσα.
Για το Διοικητικό Συμβούλιο της Πανελλήνιας Ένωσης Διευθυντών
Εκπαίδευσης
Πάρις Βεντήρης Κωνσταντίνος
Ραμπίδης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου