Διφορούμενες και Αντισυνταγματικές διατάξεις στον νέο Νόμο Επιλογής Διευθυντών;
Μετά,
από πολλές περιπέτειες, εξαγγελίες και εκφράσεις γνώμης, ο νέος νόμος
επιλογής Διευθυντών σχολικών μονάδων Α/θμιας και Β/θμιας Εκπαίδευσης
(4473/2017) που δημοσιεύθηκε σε ΦΕΚ στις 30.5.2017, είναι πλέον εδώ (για
να τον δείτε ή κατεβάσετε κάντε κλικ εδώ).
Στις
31.5.2017, μία μέρα μετά την δημοσίευση του νόμου, υπογράφηκε και
δημοσιεύθηκε η σχετική και προβλεπόμενη απ’ αυτόν υπουργική απόφαση (για
να την δείτε ή κατεβάσετε κάντε κλικ εδώ).
Την
ίδια ημέρα, 31.5.2017, υπογράφηκε και στάλθηκε στις Διευθύνσεις
Εκπαίδευσης και στις Σχολικές Μονάδες, η Εγκύκλιος εφαρμογής του νόμου
και της υπουργικής απόφασης (για να την δείτε ή κατεβάσετε κάντε κλικ εδώ).
Με
την τελευταία καθορίσθηκε και το χρονικό διάστημα υποβολής των αιτήσεων
από τους υποψηφίους Διευθυντές σχολικών μονάδων, που τελικά ορίσθηκε
από 1 έως 6 τρέχοντος μήνα (1-6.6.2017).
Μπροστά
στον κίνδυνο να επαναληφθεί το φαινόμενο της κήρυξης του νόμου ή
διατάξεων του, ως αντισυνταγματικές, όπως συνέβη με τον νόμο
Μπαλτά-Κουράκη, οι συντάκτες του, όπως και οι νομοθέτες που διαμόρφωσαν
το τελικό κείμενό του, ήταν ιδιαίτερα προσεκτικοί, παράγοντας ένα πολύ
αναλυτικό κείμενο, ειδικά αυτό της Υπουργικής Απόφασης που ορίζει με
κάθε λεπτομέρεια την διαδικασία και τους όρους επιλογής των νέων
Διευθυντών Σχολικών Μονάδων.
Όπως
είναι γνωστό σε όλη την εκπαιδευτική κοινότητα, είχαμε εξ αρχής και
αμέσως μετά την δημοσίευση του νόμου Μπαλτά-Κουράκη, προβλέψει με
στοιχεία ότι οι διατάξεις του, ιδιαίτερα αυτή της κρίσης με μυστική
ψηφοφορία από τον σύλλογο διδασκόντων των υποψηφίων, ήταν
αντισυνταγματικές, όπως τελικά και κρίθηκαν από το ΣτΕ.
Παρόλα
αυτά, η εμμονή των συντακτών του νόμου, όπως και της ηγεσίας του
Υπουργείου Παιδείας, να παραμείνει, διαφοροποιημένη και υποτίθεται χωρίς
βαρύτητα, αφού δεν προβλέπεται γι’ αυτή «μοριοδότηση», η αξιολόγηση των
υποψηφίων διευθυντών, από τους οικείους συλλόγους διδασκόντων,
εγκυμονεί κινδύνους αντισυνταγματικότητας, αλλά και αξιοπιστίας της
διαδικασίας επιλογής των νέων Διευθυντών.
Ακόμη,
είναι ανεξήγητο, πως σε τρία τόσο λεπτομερή και απόλυτα καθοδηγητικά
νομικά κείμενα, -νόμος, ΥΑ, Εγκύκλιος-, υπάρχουν «διφορούμενες διατάξεις
που επιδέχονται διαφορετικές ερμηνείες. Βέβαια, πρέπει να ομολογήσουμε,
ότι όπως συνήθως συμβαίνει με όλες τις εφαρμοστικές Εγκυκλίους νόμων
που εκδίδονται από την παρούσα Κυβέρνηση, θα υπάρξουν κατά πάσα
πιθανότητα και νέες διευκρινιστικές, οπότε ας είμαστε σε αναμονή…
Στο
παρόν σημείωμα, θα αναφερθούμε μόνο στις επιδεχόμενες διαφορετικές
ερμηνείες «διατάξεις» και σ’ αυτές που ενέχουν τον κίνδυνο να κριθούν
αντισυνταγματικές…, ενώ υπάρχουν και διατάξεις που μπορούν να οδηγήσουν
υποψηφίους, Διευθύνσεις Εκπαίδευσης και Συμβούλια Επιλογής, στον
Εισαγγελέα για πλημμέλειες στο έργο τους και πιθανόν για βαριά ποινικά
αδικήματα, όπως αυτά της παράβασης καθήκοντος και της πλαστογραφίας.
Διφορούμενες διατάξεις…
Η βασικότερη απ’ αυτές
είναι το «ποιος σύλλογος διδασκόντων» θα κρίνει τους υποψηφίους. Ο
σύλλογος του σχολείου, στον οποίο υπηρετεί οργανικά ή αυτό στο οποίο
υπηρετεί λειτουργικά (με διάθεση ή απόσπαση);
Η
διάταξη β) της ενότητας «Διαδικασία έκφρασης γνώμης του συλλόγου
διδασκόντων» της Εγκυκλίου, που επαναλαμβάνει αντίστοιχη διάταξη της
Υπουργικής Απόφασης, αναφέρει:
«Οι
συνυπηρετούντες μόνιμοι εκπαιδευτικοί συνέρχονται σε ειδική συνεδρίαση
που αφορά στους υποψηφίους που έχουν υποβάλει αίτηση. Στη συνεδρίαση
αυτή δεν συμμετέχει κανένας από τους υποψηφίους, ούτε οι σύζυγοι ή οι
συγγενείς τους έως τρίτου βαθμού.»
Η
συγκεκριμένη διάταξη είναι απόλυτα σαφής και σε συνδυασμό με τις άλλες
διατάξεις της συγκεκριμένης ενότητας, γίνεται απόλυτα κατανοητό ότι οι
υποψήφιοι διευθυντές θα «αξιολογηθούν» από τους εκπαιδευτικούς του
συλλόγου που υπηρετούν την συγκεκριμένη χρονική στιγμή υποβολής της
υποψηφιότητάς τους με οιανδήποτε εργασιακή σχέση (οργανικότητα, διάθεση,
απόσπαση) και όχι αποκλειστικά και μόνο στην σχολική μονάδα της
οργανικής θέσης τους.
Παρόλα
αυτά, έχουν σημειωθεί στο παρελθόν, περιπτώσεις κατά τις οποίες είτε οι
Διευθυντές Εκπαίδευσης, είτε οι Περιφερειακοί Διευθυντές να δίνουν την
«δική» τους ερμηνεία, στις εκάστοτε διατάξεις των νόμων, με αποτέλεσμα
να υπάρχουν διφορούμενες και αναιτιολόγητες καταστάσεις, με τους
υποψηφίους να καταφεύγουν τελικά στο νόμο για να επιβάλουν την
νομιμότητα. Για την αποφυγή τέτοιων καταστάσεων που πιθανόν να συμβούν,
έστω κι αν αυτή η πιθανότητα θεωρείται υπερβολική και ακραία, θα πρέπει
ίσως να εκδοθεί άμεση διευκρινιστική οδηγία, από το Υπουργείο Παιδείας.
Η δεύτερη διφορούμενη διάταξη
και αν θέλετε αόριστη και γι’αυτό μη μετρήσιμη και πιθανώς
«αντισυνταγματική», είναι αυτή που προβλέπει ότι η «γνώμη» του συλλόγου
διδασκόντων τίθεται υπόψη των μελών του Συμβουλίου Επιλογής και
συνυπολογίζεται για την μοριοδότηση κάθε υποψηφίου. Με άλλα λόγια, η
διάταξη αυτή εντάσσει ένα μη μοριοδοτούμενο στοιχείο, που στην πράξη
είναι και αναιτιολόγητο, ως ένα κριτήρια επιλογής, αφού αυτό λαμβάνεται
υπόψη για την αξιολόγηση και κρίση του υποψηφίου από το Συμβούλιο
Επιλογής.
Σύμφωνα
με έμπειρους, -στο διοικητικό και το εκπαιδευτικό δίκαιο-, νομικούς ή
χρήση ως στοιχείου κρίσης και αξιολόγησης των υποψηφίων της «γνώμης» του
συλλόγου διδασκόντων, αορίστως και χωρίς βαθμό βαρύτητας στην κρίση των
μελών των Συμβουλίων Επιλογής, προσθέτει στην διαδικασία της
συνέντευξης αόριστα και εκτός αντικειμενικού πλαισίου στοιχεία, που
έχουν διφορούμενη και υποκειμενική έννοια, με αποτέλεσμα να υπάρχει ο
κίνδυνος να κριθούν πέραν των άλλων και αντισυνταγματικές…
Η Τρίτη διφορούμενη διάταξη (διατάξεις)
που απαιτεί, αν μη τι άλλο, οδηγίες εφαρμογής της είναι η διάταξη του
εδαφίου 10.γ) του άρθρου ένα της Υπουργικής Απόφασης που ορίζει:
«γ) η γνησιότητα των υποβαλλόμενων τίτλων σπουδών και λοιπών δικαιολογητικών.»
και η διάταξη της παρ. 3 της ενότητας «Προϋποθέσεις επιλογής» της Εγκυκλίου που ορίζει:
«…δεν
επιλέγεται ως στέλεχος της εκπαίδευσης, εκπαιδευτικός, του οποίου τα
πιστοποιητικά των αντικειµενικών κριτηρίων που προσκοµίζονται κατά τη
διαδικασία επιλογής είναι πλαστά ή αναληθή µε σκοπό την παραπλάνηση της
υπηρεσίας,…».
Δύο τα ερωτήματα που διατυπώνονται γι’ αυτές τις δύο διατάξεις:
α) Εφόσον γίνει δεκτό ότι η «γνησιότητα των σχετικών πιστοποιητικών
βεβαιώνεται με την υπεύθυνη δήλωση του υποψηφίου, πως θα γίνει ο έλεγχος
για την τυχόν πλαστότητά τους και β) Εφόσον δεν προβλέπεται κανενός
είδους έλεγχος είτε από την υπηρεσία, είτε από το Συμβούλιο Επιλογής,
είτε από άλλον φορέα για την γνησιότητα των παραστατικών που θα
προσκομίσουν οι υποψήφιοι, πως αυτοί θα κριθούν, εφόσον βέβαια συντρέχει
τέτοιος λόγος, πλαστοί και με ποιού οργάνου, φυσικού προσώπου, κλπ,
διαπίστωση, έγγραφη ή προφορική θα αποφασίσει το Συμβούλιο Επιλογής ή η
Διεύθυνση Εκπαίδευσης τον αποκλεισμό του πιθανού παραβάτη υποψηφίου.
Νομικοί
στους οποίους απευθύνθηκε η στήλη, αναφέρουν ότι υπάρχουν δύο
«παράθυρα» ελέγχου των προσκομιζόμενων πιστοποιητικών από τους
υποψηφίους, σε ότι αφορά την γνησιότητά τους.
Το πρώτο «παράθυρο» ελέγχου,
θα έπρεπε να είχε προβλεφθεί και η σχετική ευθύνη θα έπρεπε να ανατεθεί
με την υπουργική απόφαση στις αρμόδιες υπηρεσίες της Διεύθυνσης
Εκπαίδευσης στην οποία ο υποψήφιος υποβάλλει την αίτηση υποψηφιότητάς
του. Ο έλεγχος γνησιότητας μάλιστα θα έπρεπε να προηγηθεί τις ανακήρυξης
των υποψηφίων και της σύνταξης του πρώτου αξιολογικού πίνακα όλων των
υποψηφίων.
Το δεύτερο «παράθυρο» ελέγχου γνησιότητας
των πιστοποιητικών των υποψηφίων, θα μπορούσε να είναι «ύστερο» της
διαδικασίας αξιολόγησής, από το συμβούλιο Επιλογής και πριν την
επικύρωση του Τελικού αξιολογικού Πίνακα. Στην περίπτωση αυτή θα πρέπει
να δοθούν στην δημοσιότητα και να τεθούν στην διάθεση όλων των
υποψηφίων, όλα τα παραστατικά σπουδών, κλπ, που θα προσκομίσουν οι
αιτούντες θέση Διευθυντή, ώστε αφού όλοι λάβουν γνώση για όλους να έχουν
την δυνατότητα με την πιθανή ένστασή τους να ζητήσουν τον έλεγχο
γνησιότητας των παραστατικών υποψηφίου που πιθανόν αμφισβητούν.
Απαιτείται, όμως στην περίπτωσης αυτή να δοθεί ικανός χρόνος για την
υποβολή τυχόν ενστάσεων επί των πινάκων κατάταξης και όχι οι τρεις
ημέρες που προβλέπονται…
Το
υπουργείο Παιδείας, θα πρέπει ίσως να εκδώσει σχετική οδηγία για τις
διαδικασίες και τον χρόνο ελέγχου της γνησιότητας των προσκομιζόμενων
πιστοποιητικών και παραστατικών, αφού πολλά ακούγονται στην
επονομαζόμενη και «εκπαιδευτική πιάτσα» για το θέμα αυτό, αν και γι’
αυτό θα αναφερθούμε σε επόμενο σημείωμά μας…
Αντισυνταγματικές διατάξεις…
Δυστυχώς
για άλλη μία φορά επικράτησε η «φοβία», αληθινή η σκοπούμενη, της
«μαύρης κουκούλας», δηλαδή την διατύπωση κρυφής γνώμης για κάποιον
εκπαιδευτικό, από τα μέλη του συλλόγου διδασκόντων και συνάδελφό τους.
Είναι
γνωστό και από τις αντίστοιχες διαδικασίες του νόμου Μπαλτά – Κουράκη,
ότι η μυστική ή ανώνυμη ψήφος «ευνοεί» το λόμπιγκ και το μπούλιγκ, υπέρ
και κατά συγκεκριμένων μελών των συλλόγων διδασκόντων, με κριτήρια
τελείως διαφορετικά απ’ αυτά που πρόβλεψε υγιώς σκεπτόμενος ο νομοθέτης.
Με άλλα λόγια ισχύει το «ιστορία γράφουν οι παρέες» και είναι γνωστό
ότι σε κάθε σύλλογο υπάρχει οργανωμένη ομάδα ήσσονος προσπάθειας, που
κλίνει πάντα προς αυτόν που δεν πιέζει καταστάσεις και δεν ζητά την
«ακολουθία» του νόμου σε ότι αφορά τα εργασιακά και όχι μόνο καθήκοντα
του καθενός.
Το
γεγονός μάλιστα ότι η ψήφος ουσιαστικά καθενός από τα μέλη του συλλόγου
θα είναι «ανώνυμη», αφού στην πράξη και σύμφωνα με όσα ορίζει η
υπουργική Απόφαση και καθορίζει η Εγκύκλιος εφαρμογής της, όλοι θα
προσκομίζουν στο Προεδρείο της σχετικής συνεδρίασης, ένα διπλωμένο
ανώνυμο και ανυπόγραφο χαρτί, εν είδη «μπακαλόχαρτου» ή αν θέλετε με την
σύγχρονη πολιτική έκφραση «νον πέιπερ», ενέχει τον κίνδυνο ακόμη και
ποδηγέτησης της σχετικής διαδικασίας με την κατάθεση προσημειωμένων
τέτοιων δελτίων.
Από
την άλλη, η χρήση των αποτελεσμάτων που θα προκύψουν με αυτά τα ανώνυμα
και ουσιαστικά «μυστικά» δελτάρια, θα αξιολογείται από το Συμβούλιο
Επιλογής κατά την κριτική αξιολόγηση των υποψηφίων, χωρίς μάλιστα να
έχει προσδιοριστεί και η βαρύτητά της.
Έμπειροι
νομικοί, ανέφεραν στην στήλη, ότι η συγκεκριμένη διαδικασία, όπως έχει
καθορισθεί, αποτελεί στην πράξη μυστική ψηφοφορία, για τον προσδιορισμό
ενός στοιχείου κρίσης που θα λαμβάνεται υπόψη για την τελική κρίση του
υποψηφίου, είναι προδήλως αντισυνταγματική και εφόσον υπάρξει σχετική
προσφυγή στα διοικητικά δικαστήρια ή στο ΣτΕ, θα πέσουν όλες οι νέες
επιλογές Διευθυντών Σχολικών Μονάδων.
Αυτά
προς το παρόν… θα ακολουθήσει και επόμενο σημείωμα με στοιχεία «σοκ»,
αφενός για συγκεκριμένες «λεπτές» διατάξεις του νόμου και της υπουργικής
απόφασης και αφετέρου για την ποιότητα και κυρίως την γνησιότητα των
πιστοποιητικών που θα προσκομισθούν από συγκεκριμένες ομάδες υποψηφίων…
Μέχρι
τότε υπομονή, έτσι κι αλλιώς ο χρόνος είναι πολύ μικρός… και εξάλλου τα
διοικητικά και ποινικά δικαστήρια βρίσκονται πάντα εκεί στη θέση τους…
Εκπαιδ-άρχης
Vuknetra.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου